28.4.12

οι καταιγίδες με αγαπούν

είναι όλη μου η εφηβεία,
ό,τι θυμάμαι από το γυμνάσιο, ό,τι έχει απομείνει όρθιο.

Ξεκίνησε σαν παιχνίδι,
να περάσω την ώρα μου ήθελα άλλωστε,
και σήμερα μιλάμε για κάτι παραπάνω από αγάπη,
έχει γίνει τρόπος ζωής.

Ας το πάρω από την αρχή λοιπόν.

Ένα δωμάτιο γεμάτο από ξένη μουσική,
και εγώ ίσα ίσα να ξέρω τα βασικά "how are you" και τέτοια.
ήμουν δεν ήμουν 10, αλλά από περιέργεια, άλλο τίποτα.
Και εκεί που κάθομαι βλέπω σε μία κασσέτα ελληνικά γράμματα.
"τρύπες" λέει.
άντε να δούμε, πάρτυ στον 13ο όροφο ο τίτλος,
και παθαίνω πλάκα, 4 το μεσημέρι και η ένταση είναι στα τέρματα.

αυτό ήταν,
έπαθα παράκρουση, και ακόμα να συνέλθω.

"ντροπή για τα μάτια σου, ντροπή,
να είναι άδεια σαν τα ποτήρια μας"

ο πρώτος στίχος που θυμάμαι,
και πως έκατσε ρε συ,
τον ένιωσα μέχρι το κόκκαλο, παιδάκι τετάρτης δημοτικού,
να κάθομαι να αναλύω τους στίχους του αγγελάκα.

Μία πλευρά το πάρτυ λοιπόν,
η άλλη ο παράδεισος.
τετράδιο, μολύβι, και πάμε μπρος πίσω στο walkman,
για να σημειώσουμε τους στίχους,
να υπάρχουν καθαρογραμένοι ρε παιδί μου.

και το ταξίδι, που ποτέ δεν τελειώνει, μόλις άρχισε.

κράτα το σόου μαιμού,
όργια στην αμνησία.
και περιμένω. και περιμένω.

και έρχεται το αποτελειωτικό χτύπημα.
Κεφάλι Γεμάτο Χρυσάφι.
οκ, προσπερνάω πολλά, αλλά χρειάζεται.
να κάνω "skip" το δεύτερο track,
και έχω μία θλίψη που είναι τόσο μεγάλη..
καινούρια ζάλη, πατρίδα, απο πόλη σε πόλη..

Τόσες αναμνήσεις, τόσες στιγμές..
Ακούγεται τόσο αστείο, αλλά ακόμα δεν έχω ξεχάσει ούτε ένα στίχο,
ούτε μία νότα από όλα αυτά.

Κάθησα και διάβασα τα βιβλία του ξανά,
και πάλι ήρθε αυτό το συναίσθημα,
αυτή η γεύση που είχα τότε,
τότε που τα άκουγα όλα αυτά για πρώτη φορά.

Τόσο σταθερή πορεία,
τόσο αληθινή, όσο και εμείς που μεγαλώναμε.
Όσο σκληρή, τόσο μελωδική.
Μοναχική.
Όχι ακριβώς μοναχική όμως,
γιατί πάντα υπήρχε ένα τραγούδι να σε ταξιδέψει εκεί που θέλεις,
να σε βάλει να σκεφτείς αυτό που αγνόησες,
να αγαπήσεις ένα φόβο.

Κάποτε κάποιες λέξεις σάπιζαν μέσα μου,
και δεν ήθελαν να βγουν,
κάποιες ελπίδες με οδηγούσαν στην πιο γλυκιά αυταπάτη,
κάποιον φόβο είχα αγαπήσει πάλι.

και έρχομαι σήμερα εδώ,
εδώ που το τώρα ζητιανεύει λίγη πίκρα από το χτες,
αρκετά χρόνια μετά, να κάθομαι πάλι σαν παιδί,
να προσπαθώ να καταλάβω τι είναι αυτό που με κρατάει δεμένο σε κάτι σκόρπια λόγια.

Αυτό το σύνολο λοιπόν,
είναι ο δικός μου τρόπος να νιώσω το πέρασμα του χρόνου,
συγκρίνοντας, ακούγοντας, κοιτώντας τις μέρες που με καλούν.

Για την καρδιά ενός κτήνους ήρθε το σήμερα,
αλλά μόνο ήσυχος μπορώ να είμαι.

Απόψε είδα καθαρά.
Υπάρχω και εγώ.